Πέμπτη 16 Φεβρουαρίου 2017

Υψώστε τα Μάτια

Υψώστε τα μάτια
Μπρος στο θρόνο ο Θεός μας καλεί
Είχε κόστος για να είμαστε κει
Τον Ιησού
Οι καρδιές ας λυγίσουν
Με σοφία το σύμπαν κινεί
Με δέος λέμε και μία φωνή
Άγιος Θεός!

Πώς να ξεχάσω;
Στον Άδη με βρήκες,
τα βάρη μου πήρες
για να δώσεις ζωή.
Μέρα και νύχτα
για εσένα θα ζήσω
για να διακηρύξω:
Είσαι Άγιος Θεός!

Θεέ κάθε έθνους
Σε Σε ελπίζει ολόκληρη η γη
Το βλέμμα στρέφει ζητάει να δει
Να φτάνεις ξανά.
Ξέρω θα δώσεις
Νέο σώμα στον δικό σου λαό
Μες στην πόλη σου θα περπατώ
Με Σένα ξανά

Ας Πέσω


Ας κλείσω τα μάτια μου
              να δω πως πέφτω
αφημένος απ’ όλα
              τίποτα να μη κρατώ
με χέρια ανοιχτά
              στη δική σου αγκαλιά
κει κάτω
              μα και παντού τριγύρω.

Όμως κλείνω τα μάτια μου
              και πιο σφιχτά κρατιέμαι
γαντζώνομαι σε ότι βρω μπροστά μου
              ότι βρω εκτός από Εσένα
και δε θέλω σήμερα να σηκωθώ
              Δε θέλω να σ’ αντικρίσω
Από  τον πόνο θέλω να ξεφύγω
              και βήμα σε σένα να μη κάνω.

Μα τα χέρια σου επάνω στα δικά μου
              πας να τα πιάσεις εκεί που πονάνε
τα δόντια μου σου μπήγω όσο βαθιά πάνε
              ποιος πονάει περισσότερο δεν ξέρω
πρέπει να με σώσεις χωρίς να το καταλάβω
              Τα μάτια μου κλείσε και πάμε
Στο κενό άφησέ με να πέσω ,ας φοβάμαι
              Ας θυμάμαι όσα κρατούσα κι ας λυπάμαι

Ας πέσω να δω που θα φτάσω
              Τότε να δω τι με περιμένει
ότι χάσω αν ξεχάσω
              Πέφτω όμως και είσαι γύρω μου
και η πνοή σου με γεμίζει
              Ένα κουρέλι άφησες στον αέρα
έγινε λάβαρο
              σημαία που ανεμίζει.


Ας κλείσω τα μάτια μου
              να δω πως πέφτω
Τα χέρια μου κάηκαν απ’ ότι κρατούσα
              Τα έκρυψες μέσα στα δικά σου.
Τα μάτια μου θόλωσαν ποτέ δεν είδαν φως
              Το στόμα σου έβαλες να τα φιλήσεις
Τα δόντια μου έσπασαν που σε δάγκωναν
              Το αίμα που έτρεξε με έκανε καινούριο
Μυαλό και καρδιά ποτέ δεν κατάλαβαν
              ψηλά με τραβούσες, ποτέ δεν έπεφτα
Ας κλείσω τα μάτια μου
              να δω πως πετάω

Δευτέρα 30 Μαΐου 2016

Life-Giving Thorns

He placed me as a crown on a beautiful earth
I filled it with thorns dirt, blood and death
Thorns of metal
Thorns of wood
Thorns of my heart
nail and wound.

I placed the thorns a crown upon his head
Bleeding he gave me life, grabbed me from the dead
Blood on my hands
Blood in his eyes
Blood in that cup
Tells me to rise

A crown is this city, the holy and clean
The glory of the Lamb makes thorns but a dream
Light of that place
Light of my dress
Light of His glory
Eternally blessed

ΠΛΗΡΟΤΗΤΑ

Όλη η οικογένεια βρισκόταν  γύρω του, συνωστισμένη στα λίγα πλαστικά καθίσματα έξω από το θάλαμο του νοσοκομείου. Όλοι τον αγαπούσαν και τον σέβονταν και όχι άδικα. Πάντα βρισκόταν δίπλα τους, να ακούσει κάθε χαρά και κάθε πρόβλημα. Πάντα είχε να τους δώσει αυτό που χρειάζονταν. Τα παιδιά του έπαιρναν τις πολύτιμες, σοφές συμβουλές του. Στα εγγόνια του ακόμα και σήμερα είχε να τους δώσει δώρα από κάθε γωνιά της γης ή να μοιραστεί τις περιπέτειες του με απίστευτη λεπτομέρεια που θα τα κρατούσε για ώρα στη θέση τους με το στόμα ανοιχτό ή και ξύπνια όλο το βράδυ κάτω από τα σκεπάσματα. Όσοι τον είχαν ακούσει να μιλά στη γειτονιά τον έλεγαν σοφό. Κάποιοι που ήξεραν τι είχε κάνει στη γειτονιά τον έλεγαν άγιο. Το πρόσωπό του ήταν πάντα γαλήνιο και απορούσαν αν ήταν ικανό μόνο το χαμόγελό του να του χαρίσει τόσες ρυτίδες.

Ήταν τόσο αγαπητός στους δικούς του που κανείς δε σκέφτηκε δεύτερη φορά αν θα βρίσκεται δίπλα του αυτή την ώρα. Φοβόντουσαν ότι η καρδιά του δε θα άντεχε τα νέα. Μέσα στο θάλαμο βρισκόταν το άτομο που ήξεραν πως αγαπούσε περισσότερο από οποιονδήποτε στον κόσμο. Δεν υπήρχε φωτογραφία που να τους έχει χωριστά. Σε κάθε ταξίδι ήταν δίπλα του. Σε κάθε ιστορία που έλεγε τον άκουγε και αυτή, έτοιμη να συμπληρώσει ευχάριστα στιγμιότυπα και να διορθώσει τις υπερβολές που έκαναν τις περιπέτειές τους ακόμα ποιο τρομερές στα αυτιά των εγγονών τους. Την αγαπούσε. Για κάθε στιγμή μαζί της ευχαριστούσε τον Θεό. Για κάθε πρωί που ξυπνούσε δίπλα της και κάθε βράδυ που έπεφταν μαζί. Οι αναμνήσεις μαζί της ήταν ο μεγαλύτερος θησαυρός  του. Μα τώρα ο θησαυρός του πονούσε.

Ο ήχος της πόρτας που ανοίγει έστρεψε αμέσως κάθε βλέμμα στον γιατρό που βγήκε από τον θάλαμο. Μίλησε πολύ σιγά για να τον ακούσει αλλά η αντίδραση της οικογένειας ήταν δυνατή. Τώρα όλοι στράφηκαν να δουν αυτόν. Το πρόσωπό του δεν άλλαξε και αυτό τους φόβισε περισσότερο. Ίσως αν κάποιος κρατούσε το χέρι του να ένοιωθε την αντίδρασή του. Ίσως αργότερα να τον παρηγορούσε μια αγκαλιά, να έκλαιγε σε ένα ώμο και κάποια χέρια να σκούπιζαν τα δάκρυά του. Ίσως. Αλλά ποιος ; Αφού ο λόγος των δακρύων του, αν αυτά όντως έπεφταν, ήταν πως αυτά τα χέρια, αυτό τον ώμο, αυτή την αγκαλιά, αυτό το κράτημα τα είχε  πια χάσει. Τώρα τίποτα από αυτά δεν μπορούσε να κάνει παρά να μείνει ανέκφραστος . Γύρισε μόνο να πει σε όποιον τον άκουγε.

-Θα ήθελα να πάω σπίτι τώρα.

Άφησε τον γιο του να κανονίσει ποιοι θα μείνουν και ποιοι θα γυρίσουν πίσω . Σε μια στιγμή βρισκόταν να  κοιτά τον κόσμο να απομακρύνεται γρήγορα πίσω από το παράθυρο του αμαξιού. Σε άλλη μια ο κόσμος έσβησε έξω από την πόρτα του σπιτιού του που έκλεισε. Το σπίτι του ήταν γεμάτο με κάθε λογής ενθύμια από τα αμέτρητα ταξίδια τους. Βημάτισε προς τη βιβλιοθήκη η οποία έπιανε ένα ολόκληρο δωμάτιο. Ήταν πάντα περήφανος για τη συλλογή των βιβλίων του. Τα είχε μαζέψει με πολύ κόπο. Καθώς περνούσε δίπλα τους, έφερε τα δάχτυλά του στις πλάτες τους. Κάθε βιβλίο και μια ανάμνηση, κάθε ανάμνηση και αυτή εκεί. Διάβαζαν μαζί, συζητούσαν μαζί, διαφωνούσαν μαζί. Την έβλεπε και πάντα τα φωτεινά μάτια της έτρεφαν μια φλόγα μέσα του, μια επιθυμία να αρπάξει το χέρι της και να φύγουν μαζί σε ένα μέρος χωρίς όνομα. Κατευθύνθηκε προς το κεντρικό ράφι. Εκεί βρισκόταν μια μεγάλη υδρόγειος με αμέτρητες πινέζες επάνω. Την κράτησε προσεκτικά. Δεν ήταν βαριά και την πήρε μαζί του καθώς άλλαζε κατεύθυνση προς την κρεβατοκάμαρά τους. Πριν βγει όμως κοντοστάθηκε στην πόρτα. Πόσα χρόνια πέρασαν με τους δυο τους ανάμεσα σε αυτούς τους τοίχους, αναρωτήθηκε. Εδώ διάλεγαν τους προορισμούς τους από εδώ αναχωρούσαν και πάντα εδώ επέστρεφαν. Ήταν το καταφύγιό τους. Τώρα όμως ήταν σαν ξένος μέσα σε ένα αποπνικτικά ακίνητο και ήσυχο δωμάτιο. Λες και τίποτα δεν του ανήκε ούτε του επιτρεπόταν να ακουμπήσει. Τον τρόμαζε αυτή η αλλαγή. Τελικά δεν ήταν ούτε το δωμάτιο, ούτε τα ράφια, ούτε τα βιβλία, ούτε καν οι αναμνήσεις μέσα σε αυτό το χώρο που του έδιναν αυτή την ειρήνη και πληρότητα που αισθανόταν κάθε φορά που έμπαινε . Ήταν ο σκοπός που έδινε  νόημα σε κάθε ένα από αυτά ακόμα και στο δωμάτιο το ίδιο. Ήταν η παρουσία της που το μετέτρεπε σε καταφύγιο. Ήταν εκείνη που έδινε ζωή και αξία στις αναμνήσεις του και τις έκανε θησαυρό. Ζούσε μέχρι τώρα χωρίς να σκεφτεί ότι μια μέρα ο σκοπός όλων αυτών όντας θνητός θα έπαιρνε μαζί ότι είχε χτίσει για χάρη του.  Έσβησε τα φώτα και το δωμάτιο έσβησε και αυτό. Τα ράφια γέμισαν με σκιές. Στη μνήμη του αυτό το δωμάτιο ποτέ δεν ήταν σκοτεινό, είχε το δικό του φως. Τη δική του ζεστασιά. Τώρα τίποτα εκεί μέσα δεν ήταν δυνατό να ρίξει φως, τίποτα δεν ήταν αληθινό, τίποτα δεν είχε ζωή πια. Φαντάστηκε όλες αυτές τις σελίδες να πετούν στον αέρα, όλο το δωμάτιο να γίνεται σκόνη και να χάνεται στο χρόνο και τράβηξε με δυσκολία τη συρόμενη πόρτα. Για πρώτη φορά γύρισε το κλειδί με ένα δυνατό τρίξιμο. Δεν έβρισκε νόημα σε αυτό το μέρος πια. Γύρισε την πλάτη του νοιώθοντας φτωχός και προχώρησε. 

Με αργά βήματα έφτασε στο κρεβάτι τους. Έπεσε σαν να κρατούσε ένα πραγματικό κόσμο. Κουλουριάστηκε γύρο από τη γη του . Έκλεισε τα μάτια και ταξίδεψε.

Βρέθηκε να περπατά σε ένα ηλιόλουστο δασάκι. Στο ένα χέρι κρατούσε ένα καλάθι και στο άλλο ένα μεγάλο κουτί σε περιτύλιγμα δώρου.

-Τι άλλο έφερες; Στο πικνίκ τρώμε ελαφρά δε στρώνουμε φαγοπότι! Είπε μια γνώριμη φωνή.

Γύρισε και είδε την ομορφότερη νέα που είχε αντικρίσει ποτέ του.

-Θα δεις, αγάπη μου, κάνε υπομονή. Την καθησύχασε.

Μπορούσε να διακρίνει μια ανυπομονησία ανάμικτη με απογοήτευση. Την είχε αφήσει να πιστεύει πως είναι μεγάλη μέρα και πως είχε μια σημαντική ανακοίνωση να της κάνει. Η παρουσία του πακέτου όμως αποθάρρυνε τις προσδοκίες της. Μάλλον κάποια εφεύρεση είναι πάλι, σκέφτηκε και ήλπισε αυτή τη φορά η κατασκευή να μην πάρει φωτιά πάνω στο φαγητό τους .

Αφού βρήκαν ένα όμορφο μέρος γευμάτισαν. Το κουτί όμως παρέμενε κλειστό.

-Άντε λοιπόν δείξε μου τι έχεις μέσα στο κουτί! Του είπε.
-Είσαι σίγουρη; Την ρώτησε με προσποιητή σοβαρότητα.
- Απόλυτα. Του απάντησε στον ίδιο τόνο.
-Εντάξει λοιπών.

Σηκώθηκε, ξετύλιξε το κουτί,  γονάτισε, της το πρόσφερε και τη ρώτησε χαμογελαστός.

-Θα με παντρευτείς ;

Οι αρχικές προσδοκίες της είχαν βγει αληθινές!

-Μα τι το ήθελες τόσο μεγάλο κουτί; ρώτησε χαρούμενη. Αφού σου είπα δεν μου αρέσουν τα μεγάλα διαμάντια;

-Άνοιξε και θα δεις.

Το πήρε στα χέρια της, το άνοιξε και μέσα βρισκόταν μια υδρόγειος.

-Τι είναι αυτό; Ποιος κάνει πρόταση γάμου με υδρόγειο;

-Είναι μια πρόσκληση. Ή προειδοποίηση αν θες. Αν δεχθείς την πρότασή μου θα γυρίσουμε όσα μέρη είναι εκεί πάνω.

Τον κοίταξε με το μυστικό τους χαμόγελο και εκείνος ήξερε την απάντηση.

Και η φλόγα του φούντωσε περισσότερο.

Όταν άνοιξε τα μάτια του ήταν μόνος στο κρεβάτι αγκαλιά με τη φθαρμένη από τον καιρό υδρόγειο.

-Θεέ μου, σ ’ευχαριστώ! Ψέλλισε. Για όσα μου χάρισες και όσα μου πήρες. Σε ευχαριστώ γιατί εσύ είσαι ο πλούτος στη ζωή μου.

Τα ξανάκλεισε. Δεν ήθελε άλλο να κρατά τον κόσμο και καθώς γλιστρούσε από τα χέρια του, γλιστρούσε και αυτός. Κοιμήθηκε.

Τώρα περπατά μέσα σε μια πόλη. Το βήμα του σταθερό και σίγουρο τον κατευθύνει ανάμεσα από τα τόσο όμορφα κτήρια της πόλης σε κάποιο που πρόκειται να επισκεφτεί για πρώτη φορά. Όπως κάθε άλλος πολίτης εδώ, έτσι και αυτός θα περάσει από αυτό, κάτι που περίμενε από όταν ήρθε. Στο χέρι του κρατά τη διεύθυνση όπου και κατευθύνεται. Επάνω υπάρχει άλλη μία λέξη: Θησαυροφυλάκιο.

Πλησίασε γρηγορότερα από ότι περίμενε. Μπροστά του ορθώθηκε ένα μεγαλόπρεπο κτήριο που η κορυφή του χανόταν στο φως του ουρανού. Η πόρτες του άνοιξαν πριν σκεφτεί πως ίσως είναι κλειστές. Επάνω τους μπορούσε να δει σκαλισμένες τις εικόνες τεσσάρων ζώων, που φαίνονταν σαν να φρουρούν κάτι πολύτιμο. 

Καθώς προχώρησε,  βρέθηκε μέσα σε κάτι που έμοιαζε με γιγαντιαίων διαστάσεων ξενοδοχείο. Στο ισόγειο μπορούσε να δει από το αίθριο και τους επάνω ορόφους. Σε κάθε ένα από αυτούς υπήρχαν δωμάτια, όπως ενός ξενοδοχείου όπως το ήξερε, με τη μόνη διαφορά στις πόρτες. Αυτές ήταν μεγάλες σαν αυτές στα θησαυροφυλάκια των τραπεζών.  Τα πάντα εκεί μέσα έδειχνα σοβαρά και έκανε ησυχία όπως θα έκανε αν έμπαινε σε μια βιβλιοθήκη.

Κάποιος τον πλησίασε και τον οδήγησε πρόσχαρα στο δικό του δωμάτιο.

Η πόρτα άνοιξε και τον έλουσε μια ζεστασιά πριν βρεθεί μπροστά σε ένα αστραφτερό δωμάτιο. Περίμενε να αντικρίσει κάτι εντελώς καινούριο αλλά του φάνηκαν όλα ιδιαίτερα οικία. Τα μάτια του έτρεξαν με απορία στο δωμάτιο του θησαυρού του. Αναγνώρισε ένα δωμάτιο που ο ίδιος είχε φτιάξει. Θυμήθηκε τη σειρά των ραφιών που κάποτε είχε στήσει. Κάτι όμως ήταν διαφορετικό. Κάτι έλειπε από γύρω του που χαρακτήριζε το δωμάτιο πάντα και δεν το είχε προσέξει ποτέ. Δεν υπήρχε λάθος, δεν υπήρχε φθορά, δεν υπήρχε θάνατος. Τώρα του ήταν ξεκάθαρο. Πήγε κοντά στα ράφια και πρόσεξε πως δεν υπήρχαν πια τα βιβλία του αλλά φιάλες φτιαγμένες από χρυσό. Μια όμορφη σειρά από μικρά μπουκαλάκια, αραιά τοποθετημένα κοσμούσε κάθε ράφι.  Συνειδητοποίησε πως όλα όσα φυλάσσονταν εδώ είχαν μεγάλη αξία. Πήρε το τελευταίο από τη σειρά. Κοίταξε μέσα του. Μια μεθυστική  μυρωδιά θυμιάματος αναδύθηκε και ξαφνικά από τον πάτο  κάτι που δεν μπορούσε να εξηγήσει. Μια φωνή, η δική του φωνή, σαν ηχογραφημένη να λέει: 

-Θεέ μου, σ ’ευχαριστώ!

Αναγνώρισε την προσευχή του με θαυμασμό. Κοιτώντας ανάμεσα στις φιάλες πρόσεξε πως υπήρχε και μια υδρόγειος ανάμεσά τους. Ξαφνιάστηκε και την πήρε και αυτή στα χέρια του να την περιεργαστεί. Επάνω της υπήρχαν διάφορες πινέζες. Κοίταξε ένα μέρος. Ακουμπώντας το θυμήθηκε αμέσως πως είχε βρεθεί σε ένα βαγόνι μαζί με άλλους δύο και ταξίδευε. Αυτός αρχικά κοιμόταν αλλά ξύπνησε από τη ζωηρή κουβέντα των συνταξιδιωτών του. Μία γνώριμη νεαρή μιλούσε για τη ζωή της, ή μάλλον για το τι είχε αλλάξει τη ζωή της, σε ένα νέο παιδί που φαινόταν να δείχνει ενδιαφέρον. Θυμήθηκε πως αρχικά ενοχλήθηκε που είχε ξυπνήσει και ήθελε να συνεχίσει να κάνει πως κοιμάται. Όμως λίγα λεπτά μετά , και αφού η συζήτηση δεν έλεγε να τελειώσει, σκέφτηκε να μπει και αυτός στη κουβέντα. Και η δική του ζωή είχε αλλάξει και, το ποιο σημαντικό, η ζωή του παιδιού σε λίγο θα άλλαζε και αυτή.

Είχε έρθει η ώρα να φύγει. Κοίταξε το δωμάτιο του θησαυρού του με μια αίσθηση ειρήνης και πληρότητας. Όλα εδώ μέσα ανέδυαν  ένα δικό τους φως ποιο πραγματικό από κάθε άλλη φορά. Όλα εδώ είχαν ένα συγκεκριμένο σκοπό, έναν αληθινό και ζωντανό σκοπό.  Δεν πίστευε ποτέ πως θα είχαν τέτοια αξία ώστε να φυλάσσονται εδώ και μάλιστα τιμητικά.
Όμως ήταν αυτά που είχαν μια μυρωδιά αιώνιου μέσα σε ένα κόσμο θνητό.

Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2015

Ένας Αστακός Υποταγής

Από τις 22/10 παίζεται στους κινηματογράφους μια ταινία ελληνοαγγλικής συμπαραγωγής, Ο Αστακός / The Lobster. Αν δεν την έχετε δει, την προτείνω ανεπιφύλακτα, αλλά  μη συνεχίσετε γιατί περιέχει spoilers!

Η ταινία είναι άκρως αλληγορική και ένοιωσα να αποκαλύπτει μια βαθιά πληγή της κοινωνίας στο θέμα των ρομαντικών σχέσεων. Η, καλύτερα, η ταινία αυτή σηκώνει το κάλυμμα για να επιβεβαιώσει πως αυτές οι ,πλέον, απωθητικές και διαστροφικές σχέσεις είναι η μετεξέλιξη των ρομαντικών  . Χωρίς να μένει μόνο σε αυτό δίνει και δύο αίτια της αλλαγής αυτής στα δύο μέρη της ταινίας. Τη βρήκα καταπληκτική στην αναγνώριση αυτών των αιτιών. 

Ξεκινά με τον πρωταγωνιστή  να μένει μόνος του μετά από μια μακροχρόνια σχέση. Αμέσως προσκομίζεται σε ένα ξενοδοχείο στο οποίο πρέπει μέχρι το πέρας κάποιων ημερών να έχει βρει σύντροφο. Αν αποτύχει σε αυτό θα μεταμορφωθεί σε ζώο και θα εκδιωχθεί. Η προσπάθειά του αυτή αποτελεί το πρώτο κομμάτι της ταινίας.
Παρατηρεί κανείς από την πρώτη στιγμή  πως ο πρωταγωνιστής δεν είναι μόνος του. Περνά από σειρά ερωτήσεων, μεταφέρεται από άλλους στο ξενοδοχείο, άλλοι του υπαγορεύουν τι πρέπει να κάνει προκειμένου άλλοι να μη τον μεταμορφώσουν σε ζώο και, τελικά, τον διώξουν. Βρίσκεται σε μια συνεχή απολογία για την κατάστασή του. Δεν είναι κύριος των αποφάσεών του και μάλιστα αποφάσεων πολύ προσωπικών όπως αυτή της επιλογής συντρόφου.  Βρίσκεται σε μια αναζήτηση για σύντροφο. Μια αναζήτηση που θα επιτελούσε από μόνος του αλλά τώρα έχει επιβληθεί σε αυτόν, με ένα χρονικό περιθώριο καθώς και έναν αδιάκοπο φόβο αποτυχίας. Βρήκα πολύ έξυπνο τον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζει πως τα κριτήρια επιλογής που θέτει η κοινωνία δε φτάνουν ποτέ σε κάποιο βάθος. Κινητήρια δύναμη πρέπει να είναι η σεξουαλική επιθυμία (βλ.: περιστατικό με την καμαριέρα) ενώ κριτήριο έγκρισης από την κοινωνία αποτελεί αποκλειστικά η φαινομενική ομοιότητα. Αυτό δυσκολεύει τα πράγματα, αφού στο ξενοδοχείο όλοι είναι διαφορετικοί μεταξύ τους άρα και κανένας δεν "ταιριάζει" με κανένα άρα πρέπει να προσποιηθούν ώστε να καταλήξουν σε σχέση. Μια απίθανη αλληγορία του πως μπαίνει η ανειλικρίνεια στις σχέσεις και γίνεται, μάλιστα, κανόνας. Ο πρωταγωνιστής δεν βρίσκει ταίρι και, καθώς οι μέρες περνούν, αναγκάζεται και αυτός να προσποιηθεί πως ταιριάζει ώστε να είναι αποδεκτός από τους άλλους. Και αυτό είναι το τεράστιο πρόβλημα που εκθέτει το πρώτο μέρος. Τα πάντα γίνονται για τους άλλους και την αποδοχή τους. Πριν βιαστούμε να πούμε τι θύμα της κοινωνίας που είναι, ας το ξαναδούμε. Στην πραγματικότητα δεν πρόκειται για ένα άτομο που δεν ικανοποιεί τις δικές του επιθυμίες για μια σχέση. αλλά που ενστερνίζεται αυτές της κοινωνίας γιατί θέλει να ικανοποιήσει μια ποιο ισχυρή επιθυμία του: Η κοινωνία να τον αποδεχτεί. Δεν εξυπηρετεί τις απαιτήσεις της κοινωνίας αλλά την απαίτηση του εγωισμού του να είναι αρεστός, αποδεκτός, με μια εικόνα προς τους άλλους που θα φέρει την επιδοκιμασία τους. Επιλέγει σύντροφο και προτιμά να προσποιείται καθημερινά πως ταιριάζει παρά να αποκαλυφθεί στον οποιοδήποτε πως δεν μπορεί να ταιριάξει.
Εδώ η κοινωνία τον εξουσιάζει.
Στο δεύτερο μέρος δεν αντέχει άλλο. Χωρίζουν. Πλέον απογοητευμένος από την κοινωνία δεν τον νοιάζει η εικόνα του και η αποδοχή του. Αλλάζει ρούχα, είναι βρόμικος, ζει σαν άγριος και παράνομος. Σε μια υποκουλτούρα μακριά από την νόρμα. Ακούει και χορεύει στη μουσική που του αρέσει και μόνο, μόνος του. Ελεύθερος από τις απαιτήσεις της κοινωνίας. Δεν τον ενδιαφέρουν οι σχέσεις, ρομαντικές και μη. Κάνει μόνο πράγματα που εξυπηρετούν τον ίδιο. Σε αυτό το μέρος ο εγωισμός είναι στο ζενίθ. Η ατομικότητα υπερυψώνεται. Ζει και υπάρχει για την επόμενή του ανάγκη αδιαφορώντας για το πρόβλημα του άλλου(βλ.: περιστατικό με την παγίδα στο δάσος).
Εδώ το εγώ του τον εξουσιάζει
Όμως... Η σχέση μπαίνει στη ζωή του. Και; Και εξακολουθεί να ζει για τον εαυτό του. Αυτό είναι από τα ποιο τραγικά σημεία της ταινίας για μένα. Μια σχέση από δύο άτομα μόνα. Τα παρατάει και αλληγορικά σκάβει τον δικό του τάφο, ρίχνει ακόμα και το χώμα επάνω του! Γιατί;

Γιατί στον κόσμο που όλοι είναι "ελεύθεροι" να ικανοποιήσουν τις δικές τους ανάγκες,
δεν βρέθηκε κανείς να ρίξει χώμα στον τάφο σου όταν εσύ δεν μπόρεσες να το κάνεις.

Μέσα σε όλη αυτή την απογοήτευση, έχοντάς τους από τη μία να υποτάσσονται στην κοινωνία και από την άλλη στον εγωισμό τους, υπάρχουν μερικές οάσεις ελευθερίας μέσα στην ταινία. Σε κάποια στιγμή ο ένας προσφέρεται να φέρει φαγητό στον άλλο. Σε ένα άλλο προσφέρεται να τρίψει τη πλάτη του στα σημεία που εκείνος δεν φτάνει. Και τα δύο απαγορευμένα αλλά και οι δύο είπαν δε με νοιάζει τι λένε οι άλλοι, θα κάνω αυτό που βγαίνει από την καρδιά μου και αυτό είναι να σε φροντίσω. Εκεί σταματάς και λες ΝΑΙ! Εδώ υπάρχει κάτι αληθινό. Υπάρχει κάτι σημαντικό που πρέπει να διασωθεί, να διαφυλαχθεί και πάνω σε αυτό να συνεχίσουν μαζί χωρίς να ακούσουν κανένα! Είναι τα σημεία που ο θεατής καταλάβαινε πως εδώ υπάρχει πραγματική αγάπη. Η αγάπη αυτή όμως ήταν απαγορευμένη υπό το καθεστώς και τον δύο περιπτώσεων. Και αυτό γιατί δεν συμβαδίζει με την αρχή της υποταγής στο εγώ:
Είτε πρέπει να είσαι υποταγμένος και να ικανοποιείς την κοινωνία, δηλαδή την δική σου εικόνα σε αυτή,  είτε να υποταχθείς ολοκληρωτικά στο εγώ σου και να ικανοποιείς τις προσωπικές σου και μόνο ανάγκες.
Γιατί να τρίψεις την πλάτη κάποιου; Γιατί να προσφέρεις φαγητό; Γιατί να φτιάξεις μια γλώσσα για να σε καταλαβαίνει μόνο αυτός; Γιατί να υποταχθείς και να υπηρετήσεις κάποιον άλλο; Τι υπάρχει σε αυτό που μπορεί να σου το προσφέρει; 

Και όμως, αυτός ο σκηνοθέτης, όπως και πολλοί άλλοι, για να παρουσιάσουν την αληθινή αγάπη βάζουν τους χαρακτήρες τους να προσφέρουν, να φροντίζουν, να υπηρετούν ο ένας τον άλλο. Δεν είναι κινηματογραφική παραξενιά ή συνήθεια. Με αυτόν μόνο τον τρόπο γίνεται αντιληπτό από το κοινό.

Μπορεί να θέλουμε να πιστέψουμε πως είμαστε προοδευτικοί και πρέπει να αποτινάξουμε οτιδήποτε οπισθοδρομικό από πάνω μας. Οι λέξεις όπως υποταγή, υπηρεσία, θυσία να αποτελούν κόκκινο πανί για τη λογική μας. Η αλήθεια ( ή τουλάχιστον έτσι όπως εγώ την βλέπω) είναι πως είμαστε πάντα υπηρέτες είτε το θέλουμε είτε όχι. Ο σκοπός των πράξεών μας είναι αυτό στο οποίο υποτασσόμαστε. Αυτό για το οποίο ενεργούμε, για το οποίο ξυπνάμε το πρωί, ο σκοπός που μας δίνει δύναμη να σηκωθούμε. Δεν είναι τυχαίο όταν ρωτούμε για κάποιον " Τι σκοπούς εξυπηρετεί;". Μπορεί αυτό, για παράδειγμα, να είναι το χρήμα και να κάνεις τα πάντα για την απόκτηση και την αύξησή του. Κυρίαρχο επάνω σε όλα είναι όμως το εγώ και η ικανοποίησή του. Έτσι, είτε μέσα είτε έξω από μία σχέση, πόσο μάλλον όταν βρίσκεσαι κοντά στην απόφαση επιλογής συντρόφου, ερχόμαστε αντιμέτωποι με αυτό το ζήτημα. Τι θέλω από αυτή; Νοιώθω πως έχω ανάγκες όπως η σεξουαλική επιθυμία ή η οικονομική σταθερότητα και θέτω αυτά σαν κίνητρα αλλά και κριτήρια επιλογής; Ή βλέπω στον άνθρωπο που στέκεται δίπλα μου το σώμα μου και τον φροντίζω όπως τον εαυτό μου. Αναγνωρίζω πως ο μόνος τρόπος να έχω μια υγιή σχέση, είτε ρομαντική είτε όχι, είναι μέσω της αλληλο-υποταγής και της φροντίδας του ενός από τον άλλο;

Πάμε τώρα σε κάτι διαφορετικό.
Ένα από τα ‘κακά’ εδάφια της Βίβλου, αμφιλεγόμενο, που φαίνεται επιχείρημα ενάντια στον Χριστιανισμό για πλήθος ανθρώπων, είναι αυτό στην επιστολή προς Εφεσίους 5: 21-33:

21 Να υποτάσσεστε ο ένας στον άλλο με φόβο Χριστού. 22 Οι γυναίκες να υποτάσσονται στους άντρες τους όπως στον Κύριο…. 24 Όπως όμως η εκκλησία υποτάσσεται στο Χριστό, έτσι και οι γυναίκες πρέπει σε όλα να υποτάσσονται στους άντρες τους 25 Οι άντρες να αγαπάτε τις γυναίκες σας, όπως ο Χριστός αγάπησε την εκκλησία και πρόσφερε τη ζωή του γι’ αυτήν ... 28 Το ίδιο και οι άντρες οφείλουν να αγαπούν τις γυναίκες τους, όπως αγαπούν το δικό τους το σώμα. Όποιος αγαπάει τη γυναίκα του αγαπάει τον εαυτό του. 29 Κανείς ποτέ δε μίσησε το ίδιο του το σώμα, αλλά αντίθετα το τρέφει και το φροντίζει … 33 Αλλά κι εσείς, ο καθένας ν’ αγαπάει τη γυναίκα του όπως αγαπάει τον εαυτό του, και η γυναίκα να σέβεται τον άντρα της.

Αυτές οι γραμμές έχουν γίνει η αιτία για πολλές έντονες συζητήσεις. Με ένα κυρίαρχο ερώτημα: Γιατί να υποταχθώ; Γιατί να υπηρετήσω; Γιατί να ορίζει κάτι άλλο πέρα από εμένα την ελευθερία των αποφάσεών μου;
Από την πρώτη, κιόλας, πρόταση φαίνεται ξεκάθαρα πως μιλά για μια αλληλο-υποταγή, μια αμφίδρομη προσφορά, άρα η κοινή παραδοχή που θέλει μόνο τις γυναίκες υποταγμένες είναι ξεκάθαρα λανθασμένη. Μάλιστα για τους άνδρες θέτει υψηλά standarts παραλληλίζοντας την αγάπη που πρέπει να έχουν με την αγάπη του Χριστού για την εκκλησία. Μια αγάπη που καταλήγει στην αυτοθυσία Του για χάρη της. 
Πως όμως 13 απλοί άνθρωποι, πολλοί εκ των οποίων ψαράδες μιλούσαν για την πραγματική αγάπη με τέτοιο τρόπο ώστε να ξεκινήσει ένα κίνημα που κατέληξε να είναι η άρχουσα θρησκεία του δυτικού κόσμου; Οι 12 το βίωσαν αρχικά όταν ο πρώτος από αυτούς γονάτισε και έπλυνε τα πόδια τους. Μετά όμως Τον είδαν αθώο να τιμωρείτε με θάνατο και είδαν τον ένοχο στον ίδιο τους τον εαυτό. Κατάλαβαν, λοιπόν, και με θάρρος διακήρυξαν την πραγματική αγάπη, αυτή που θυσιάζεται για αυτόν που αγαπά, γιατί τη γνώρισαν! Έγιναν οι ίδιοι αποδέκτες της. Πως να μη φωνάξεις λοιπόν πως, όχι ένας απλός άνθρωπος, αλλά ο ίδιος ο Θεός μας αγάπησε με αγάπη τέλεια. Ήρθε ως άνθρωπος ανάμεσά μας για να μας δείξει πως είναι αυτή η αγάπη Του και το αποκορύφωμά της ήταν η σταύρωσή Του, η θυσία Του, ώστε η σχέση που είχαμε κάποτε να αποκατασταθεί  όταν δούμε και τον δική μας ενοχή νεκρή στον Σταυρό.  

Ναι, η ανθρώπινη καταπίεση και κυριαρχία είναι ότι χειρότερο επάνω στη γη. Δεν θα σταματήσω να αντιτίθεμαι σε αυτή. Το ίδιο και για το σεξισμό, το μισογυνισμό, τη καταπίεση. Αυτά όμως δεν έχουν καμία σχέση εδώ. Μπορεί να έχουν βέβαια σχέση με ανθρώπους που θέλουν να χρησιμοποιήσουν τη Βίβλο με τρόπο στρεβλό, για να επιβληθούν στους άλλους προς δικό τους όφελος. Ναι, όπως έχει ξαναγίνει. Εδώ όμως δεν μιλάμε για έλλειψη ελευθερίας. Μιλάμε για την απόκτησή της! Το απόσπασμα από τη Βίβλο σου λέει καθαρά τι είναι μια σχέση και σε ετοιμάζει για αυτή. Έτσι ώστε να είσαι ελεύθερος από τα δεσμά του εγωισμού σου ώστε να υποταχθείς στον άνθρωπο που αγαπάς και θες να υπηρετήσεις. Ελεύθερος να τον αποδεχθείς όπως είναι, με τις δικές του ανάγκες, ιδιαιτερότητες, προβλήματα αντί να ψάχνεις αυτόν που ταιριάζει απόλυτα στις δικές σου. (Όπως  θα έκανες δηλαδή με ένα άψυχο αυτοκίνητο ή μια οδοντόβουρτσα!) Ώστε και οι δύο να είστε ελεύθεροι να ζείτε ο ένας για τον άλλο και όχι ο καθένας για τον εαυτό του. Να είστε αγκαλιά και να είστε ένα, μαζί.
Γιατί η σχέση είναι σαν μια αγκαλιά. Την προσφέρει ο ένας στον άλλο για να την έχουν και η δύο μαζί. Διαφορετικά είσαι πιο μόνος από πριν,  μίλια μακριά από τον άλλο, κρατώντας το κενό.